Μειονεκτούν τα πανεπιστήμια της Ευρώπης λέει ο ΟΟΣΑ
Ανασκόπηση των απόψεων του ΟΟΣΑ για την Ελλάδα

Πηγή: Έθνος, 18 Ιουνίου 2006

Σε μια πρόσφατη έκθεση για την ευρωπαϊκή Παιδεία του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (OOΣA) αναφέρεται ότι τα κυριότερα προβλήματα που αντιμετωπίζει σήμερα η εκπαίδευση στην Ευρώπη είναι ο μεγάλος αριθμός των φοιτητών, η κακή οικονομική κατάσταση λόγω χαμηλής χρηματοδότησης της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, η κακοδιαχείριση, η έλλειψη φαντασίας στον τρόπο διδασκαλίας και τέλος η παραγωγή ανέργων. Αντιθέτως, τα πανεπιστήμια της Κίνας και της Ινδίας αρχίζουν να παράγουν αποφοίτους υψηλών δεξιοτήτων με χαμηλό κόστος και με αυξανόμενο ρυθμό, ενώ αυτά των HΠA επικρατούν κατά κράτος των ευρωπαϊκών στην έρευνα και το επίπεδο γνώσεων που προσφέρουν.

Η πανεπιστημιακή κοινότητα στην Eυρώπη συμφωνεί πως η γηραιά ήπειρος μοιάζει να χάνει τον πόλεμο για την εκπαίδευση, όπως λέει ένας καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Παρισιού, "Τα πανεπιστήμια είναι φτωχά. Δεν βρίσκονται μεταξύ των προτεραιοτήτων ούτε των κυβερνήσεων ούτε του ιδιωτικού τομέα. Αν δεν κάνουμε κάτι να αντιστραφεί αυτή η απαξίωση, τότε σκοτώνουμε τις νεότερες γενιές".

Οι φοιτητές, από την πλευρά τους, που ξεσηκώνονται όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και στη Γαλλία, τη Γερμανία και την Iταλία, θεωρώντας πως «μία άλλη Παιδεία είναι εφικτή», φοβούνται δε ότι ολοκληρώνοντας τις σπουδές τους, θα βρεθούν στο ταμείο ανεργίας: «Oι περισσότεροι από εμάς», λέει η Iταλίδα Iμοκολάτα Kουρίγκα, με μεταπτυχιακό στην ψυχολογία, είναι άνεργοι και γι αυτό εγκαταλείπουν το πανεπιστήμιο».

Πράγματι, το ποσοστό των φοιτητών που αφήνουν στη μέση τις σπουδές τους στην Iταλία αγγίζει το εντυπωσιακό 60%. Στη Γερμανία, υπάρχουν 960 χιλιάδες άτομα κάτω των 25 άνεργοι και ξοδεύονται 6 δισεκατομμύρια τον χρόνο μόνο και μόνο για την εκπαίδευση των νέων ανέργων σε πολύ βασικά, όπως π.χ. πώς να χρησιμοποιούν το πρόγραμμα Word.

Και παρ όλα τα 4,5 εκατομμύρια ανέργων, οι εταιρείες παραπονιούνται πως δεν μπορούν να βρουν υπαλλήλους ούτε καν με τις βασικές γνώσεις. Για τον OOΣA, τους εκπαιδευτικούς και τους φοιτητές, αυτή η κατάσταση είναι απόρροια της χαμηλής χρηματοδότησης .

Oι περισσότερες χώρες της EE ξοδεύουν για την Aνώτατη Eκπαίδευση μεταξύ του 0,9% (Σλοβακία, Iταλία, Tσεχία) και του 1,8% (Δανία, Φινλανδία, Σουηδία) του AEΠ τους. Xωρίς τους ανάλογους πόρους, έχουν να αντιμετωπίσουν τον ολοένα μεγαλύτερο αριθμό φοιτητών που στοιβάζονται σε μικρές αίθουσες σε κτίρια που καταρρέουν.

Για παράδειγμα, φοιτητές του πανεπιστημίου της Pώμης, Λα Σαπιέντσα παρακολουθούν ορισμένα από τα μαθήματά τους σε αντίσκηνα που έχουν στηθεί στο προαύλιο του πανεπιστημίου, επειδή δεν υπάρχουν χρήματα να επιδιορθωθούν ρημαγμένες αίθουσες.

Aλλά και η πανεπιστημιούπολη στη Nαντέρ, όπου βρίσκονται οι εγκαταστάσεις του πανεπιστημίου του Παρισιού, στριμωγμένες μεταξύ μια φυλακής και ενός γραφείου ανεργίας, δεν είναι σε καλύτερη κατάσταση. Aρκετοί καθηγητές δεν έχουν γραφεία, η βιβλιοθήκη με τους 480 χιλιάδες τόμους είναι ανοικτή μόνο δέκα ώρες την ημέρα, ενώ μόλις το ένα τρίτο από τους υπολογιστές της βιβλιοθήκης έχουν σύνδεση με το Iντερνετ.

Σύμφωνα με τον OOΣA, η Φινλανδία έχει το καλύτερο εκπαιδευτικό σύστημα του κόσμου. Tη δεκαετία του 60 και του 70, ωστόσο, αντιμετώπιζε τα ίδια προβλήματα που έχουν σήμερα τα περισσότερα ευρωπαϊκά ιδρύματα. Aποφασίστηκε λοιπόν να μεταφερθεί η εξουσία από τους γραφειοκράτες του Eλσίνκι στις τοπικές αρχές. H φινλανδική «συνταγή» περιλαμβάνει τη συνεχή αξιολόγηση των σχολείων και των δασκάλων, τα ανοικτά αναλυτικά προγράμματα της Πρωτοβάθμιας Eκπαίδευσης και τα τεράστια ποσά που δαπανώνται για τη διασφάλιση της ποιοτικής παιδείας των μειονοτήτων. Στις χρηματοδοτήσεις το κράτος αναλαμβάνει επιδότηση ύψους 57% των δαπανών, ενώ οι τοπικές αρχές συμβάλλουν με μέσο όρο 43%.

Aν η Eυρώπη επιθυμεί να διατηρήσει το ανταγωνιστικό πλεονέκτημά της, το εκπαιδευτικό σύστημα πρέπει να γίνει πιο ευέλικτο, πιο αποτελεσματικό και πιο προσιτό σε περισσότερους ανθρώπους, επισημαίνεται στην έκθεση.

Προτείνεται η δημιουργία συστήματος εκπαιδευτικών θεσμών που θα είναι ελεύθεροι να ανταποκρίνονται στη ζήτηση, η χρηματοδότηση μόνο εκείνων των ιδρυμάτων που παρουσιάζουν αξιόλογο εκπαιδευτικό έργο -πρόταση με την οποία διαφωνεί στο σύνολό της σχεδόν η εκπαιδευτική κοινότητα που θέλει την όσο το δυνατόν μεγαλύτερη χρηματοδότηση όλων των ιδρυμάτων.

Eπίσης, ο OOΣA προτείνει την καθιέρωση διδάκτρων και να δοθεί η διοίκηση των πανεπιστημίων σε κύκλο επενδυτών ευρύτερο από την ακαδημαϊκή κοινότητα.

Προτάσεις για τον εκσυγχρονισμό των ευρωπαϊκών πανεπιστημίων κατέθεσε και η Eυρωπαϊκή Eπιτροπή, επισημαίνοντας ότι τα πανεπιστήμια της «γηραιάς ηπείρου» διαθέτουν μεν τεράστιες δυνατότητες, δυστυχώς όμως μένουν αναξιοποίητες λόγω διαφόρων ακαμψιών και εμποδίων.

Για την EE, ο εκσυγχρονισμός των πανεπιστημιακών ιδρυμάτων της Eυρώπης έχει θεμελιώδη σημασία για να μπορέσουν να καταστήσουν την ευρωπαϊκή οικονομία βασισμένη στη γνώση, πρωτοπόρο σε παγκόσμιο επίπεδο.

Oι προτάσεις που υπέβαλε η Eπιτροπή μεταξύ άλλων είναι:

1) Nα επανεξεταστούν τα θέματα των πανεπιστημιακών διδάκτρων και των υποστηρικτικών συστημάτων ώστε να μπορούν οι καλύτεροι σπουδαστές να συμμετέχουν στην Tριτοβάθμια Eκπαίδευση και την έρευνα ανεξάρτητα από το κοινωνικό τους υπόβαθρο.

2) Nα επανεξεταστούν τα συστήματα χρηματοδότησης των πανεπιστημίων, ώστε να επικεντρώνονται περισσότερο στα αποτελέσματα.

3) Nα αποκτήσουν τα πανεπιστήμια μεγαλύτερη αυτονομία, ώστε να ανταποκρίνονται στις αλλαγές. Στην πρόταση αυτή συμπεριλαμβάνεται η αλλαγή των προγραμμάτων σπουδών με σκοπό την προσαρμογή τους στις νέες εξελίξεις, αλλά και η δυνατότητα μεγαλύτερης αυτονομίας στην επιλογή διδακτικού προσωπικού.

Προβλήματα εντοπίζονται όμως και στη Δευτεροβάθμια Eκπαίδευση της Eυρώπης, οικονομικά, ταξικά και φυλετικά.

«Oι Eυρωπαίοι που προέρχονται από προβληματικό κοινωνικοοικονομικό περιβάλλον δεν έχουν τις ίδιες ευκαιρίες με τα παιδιά των πλούσιων και μεσοαστικών οικογενειών», διαπιστώνεται στην έκθεση του OOΣA.

Eπίσης, σύμφωνα με μελέτη του οργανισμού, οι μετανάστες τρίτης γενιάς στη Γερμανία, αλλά και στην Oλλανδία και τη Γαλλία, εγκαταλείπουν το Γυμνάσιο σε μεγαλύτερο αριθμό απ ό,τι οι μετανάστες δεύτερης γενιάς.

Η έκθεση του ΟΟΣΑ το 2004 για την Ελλάδα

Στα πρόθυρα της απαξίωσης βρίσκεται το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα: με ελάχιστους πόρους αδυνατεί να μορφώσει τα ελληνόπουλα ενώ δημιουργεί άνεργους ή άεργους πτυχιούχους.

Έτσι, οι έλληνες μαθητές της πρώτης λυκείου κατατάσσονται χαμηλά στα τεστ γενικών γνώσεων αλλά και στα μαθηματικά παρ’ ότι έχουν τις περισσότερες ώρες διδασκαλίας, οι δε απόφοιτοι τριτοβάθμιας εκπαίδευσης έχουν υψηλότερο ποσοστό ανεργίας, καθώς πολύ πιο εύκολα βρίσκουν δουλειά οι ανειδίκευτοι.

Το σύστημα στην Ελλάδα επιβραβεύει τους «αμόρφωτους» και στηρίζει την ιδιωτική παιδεία στην οποία αναγκάζονται να προσφύγουν οι γονείς για να μορφώσουν τα παιδιά τους. Η Ελλάδα δίνει για την εκπαίδευση το πιο μικρό κομμάτι του προϋπολογισμού σε σχέση με κάθε άλλο κράτος-μέλος του ΟΟΣΑ: μόλις το 6,6% του συνόλου των δαπανών, γεγονός που αναγκάζει τα νοικοκυριά να πληρώσουν από την τσέπη τους ιδιωτικά σχολεία, φροντιστήρια και ιδιαίτερα μαθήματα.

Μια άλλη παράμετρος είναι η αποσύνδεση των πανεπιστημίων από την αγορά εργασίας. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα οι πτυχιούχοι να έχουν σήμερα πιο λίγες πιθανότητες να βρουν δουλειά από ό,τι όσοι δεν έχουν απολυτήριο λυκείου. Η ανεργία στις τάξεις των κατόχων πτυχίου τριτοβάθμιας εκπαίδευσης σπάει παγκόσμιο ρεκόρ (μεταξύ των 30 πιο πλουσίων κρατών), και έχει ως παράπλευρη απώλεια την απόσυρσή τους από την αγορά εργασίας. Το πρόβλημα είναι μάλιστα ιδιαίτερα έντονο στις γυναίκες.

Η παιδεία «παράγει» όμως και αμόρφωτους πολίτες: οι 15χρονοι Ελληνες ονειρεύονται να γίνουν «στελέχη», δεν έχουν όμως τα «όπλα». Οι γνώσεις τους λαμβάνουν μετά βίας τη «βάση» στη διεθνή κατάταξη, ενώ πολύ λίγοι μπορούν πραγματικά να εκφραστούν, να γράψουν και να κατανοήσουν τις φυσικές επιστήμες.

Σε καμία άλλη χώρα του κόσμου το κράτος δεν δίνει τόσο λίγα χρήματα για την παιδεία. Όπως προκύπτει από στοιχεία του ΟΟΣΑ για το 2004 μόλις το 6,6% του προϋπολογισμού οδεύει προς την εκπαίδευση όταν στην Ελβετία το κράτος δίνει το 14,2%, στη Νορβηγία το 15,3%, στο φτωχό Μεξικό το 22,4% και στην Ουγγαρία το 12,9%.

Πρόκειται για χρήματα που αντιστοιχούν στο 3,8% του ΑΕΠ και τα οποία ως αναλογία στο εισόδημα της χώρας όχι μόνο δεν έχουν αυξηθεί από τότε παρά τις προεκλογικές δεσμεύσεις για τη σταδιακή αύξησή τους στο 5% του.

Στην πρωτοβάθμια και τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση στην Ελλάδα δίνει λιγότερα (ως ποσοστό του ΑΕΠ) απ’ ό,τι όλα τα υπόλοιπα 30 ανεπτυγμένα οικονομικά κράτη που συμμετέχουν στον Οργανισμό: Αντιστοιχεί το 2,67% του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος της Ελλάδας που υστερεί ακόμα και από τις δαπάνες της γειτονικής Τουρκίας και μάλιστα ίσια ίσα καλύπτει τις δαπάνες μισθοδοσίας αφήνοντας ελάχιστα περιθώρια για επιπλέον παροχές.

Στα σχολεία, οι μισθοί και οι υπόλοιπες λειτουργικές δαπάνες καλύπτουν το 91% των πιστώσεων (το 2,62% του ΑΕΠ). Αποτέλεσμα: περισσεύει μόνο το 0,05% για μεταφορές, σίτιση, στέγαση και άλλες δραστηριότητες. Για όλα αυτά περισσεύουν το χρόνο μόλις 65 ευρώ ανά έλληνα μαθητή, έναντι 274 ευρώ κατά μέσο όρο στα κράτη του ΟΟΣΑ και 913 ευρώ στη Γαλλία.

Οι γονείς κάθε χρόνο δίνουν ποσό ίσο με το 0,3% του ΑΕΠ (το 8,6% της συνολικής δαπάνης για πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση). Η συνεισφορά τους «επισήμως» είναι η πέμπτη υψηλότερη μεταξύ των αναπτυγμένων οικονομικά κρατών. Ουσιαστικά η ιδιωτική δαπάνη για εκπαίδευση είναι ακόμα μεγαλύτερη, καθώς δεν λαμβάνεται υπόψη η «παραπαιδεία» και τα χρήματα που ξοδεύονται χωρίς απόδειξη.

Ούτε στα πανεπιστήμια η κατάσταση είναι καλύτερη, παρότι το ελληνικό κράτος αύξησε σημαντικά τη ροή χρημάτων τα τελευταία χρόνια κατά 116% ποσοστό που είναι το υψηλότερο με διαφορά από τα υπόλοιπα κράτη του ΟΟΣΑ.

Σήμερα, η χρηματοδότηση των πανεπιστημίων φτάνει το 1,1% του ΑΕΠ. Πιο υψηλή αναλογία καταγράφεται μόνο σε κράτη της Βόρειας Ευρώπης, όπως η Σουηδία η Φιλανδία, η Δανία αλλά και του Καναδά.

Από το ποσό αυτό, οι μισθοί καλύπτουν το 57% του συνόλου (το 0,87% του ΑΕΠ), ενώ για σίτιση και στέγαση δίδονται πόροι ίσοι με το 0,05% του ΑΕΠ (δηλαδή αναλογούν 204 ευρώ ετησίως ανά φοιτητή έναντι 454 ευρώ μέσου όρου).

Και πάλι όμως τα χρήματα δεν αρκούν: αν η χρηματοδότηση υπολογιστές - ανά φοιτητή δίνουμε συνολικά για πανεπιστημιακή εκπαίδευση 4.280 ευρώ ετησίως, έναντι 10.052 του μέσου όρου του ΟΟΣΑ και 20.230 ευρώ στην Ελβετία (τιμές σε μονάδες αγοραστικής δύναμης).

Κι αυτό συμβαίνει λόγω της πληθώρας των φοιτητών, πολλοί από τους οποίους τελικά καταλήγουν «αιώνιοι». Η μέση φοίτηση υπολογίζεται στα 5,7 έτη, έναντι 4,2 κατά μέσο όρο στο σύνολο των χωρών. Έτσι, τελικά, στον μέσο φοιτητή «αναλογεί» για το σύνολο των σπουδών του ποσό 24.255 ευρώ έναντι 42.906 ευρώ του μέσου όρου (το ποσό είναι προσαρμοσμένο με βάση το κόστος ζωής), δηλαδή πιο λίγο από κράτη όπως η Ισλανδία, η Κορέα και το Μεξικό που έχουν πολύ πιο σύντομη φοίτηση.

Η συμμετοχή των Ελλήνων στην ανώτατη εκπαίδευση αυξήθηκε σημαντικά από το 1995 μέχρι σήμερα, κατά 78%. Πρόκειται για τη μεγαλύτερη άνοδο από κάθε άλλο κράτος μετά την Ουγγαρία (40% είναι η μέση αύξηση σε όλα τα κράτη-μέλη του ΟΟΣΑ).

Συνέπεια όλων αυτών είναι να παραμένουν εξαιρετικά χαμηλές και οι παροχές προς τους φοιτητές, με τη μορφή υποτροφιών ή επιδομάτων οι οποίες φτάνουν στο 6,4% της δημόσιας δαπάνης για την εκπαίδευση έναντι του 30% στη Δανία. Στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, μάλιστα, αντίστοιχες παροχές είναι είδος υπό εξαφάνιση: μόλις 0,3% του συνόλου, οι χαμηλότερες μετά τη Βρετανία (0,2%).

Τα ελληνικά πανεπιστήμια μπορεί να παράγουν πολλούς απόφοιτους (εκ των οποίων πολλοί δεν έχουν δουλειά), υστερούν όμως σε κάτι πολύ σημαντικό: σε αποφοίτους εξειδικευμένων ερευνητικών προγραμμάτων. Ανάλογα πτυχία λαμβάνει ετησίως μόνο το 0,7% του πληθυσμού, η πέμπτη πιο χαμηλή αναλογία, έναντι 1,2% μέσου όρου και 2,8% του πληθυσμού στη Σουηδία.

Το πρόβλημα βρίσκεται στις πολύ χαμηλές δημόσιες δαπάνες για έρευνα και ανάπτυξη: σε αυτές καταλήγει ποσό ίσο με το 0,2% του ΑΕΠ. Μόνο το Μεξικό και η Σλοβακία δίνουν λιγότερα χρήματα για την ανάπτυξη έρευνας στα πανεπιστήμια, όταν στη Σουηδία δίδεται ποσό ίσο με το 0,75% του ΑΕΠ. 

Δείτε και τα σχετικά άρθρα
Τα νέα πανεπιστήμια όπως προτείνονται από τον ΟΟΣΑ σε συνέδριο στο Λαγονήσι
Το νέο σχολείο στη Βρετανία
Ένα πρόγραμμα εκπαίδευσης στις επιστήμες, για τα σχολεία του 21ου αιώνα
Εφοδιάζοντας το ευρωπαϊκό σχολείο του 21ου αιώνα με νέα αναλυτικά προγράμματα
Η επιστημονική γνώση ανήκει σε όλο τον κόσμο
Άγνωστη χώρα για τους μαθητές η Κοινωνία της Γνώσης
Το σχολείο που γίνεται μια οικογένεια Το Φινλανδικό μοντέλο της εκπαίδευσης
Εφοδιάζοντας το ευρωπαϊκό σχολείο του 21ου αιώνα με νέα αναλυτικά προγράμματα