Καταστροφικός σεισμός με χιλιάδες θύματα

Πηγή: Δίκτυο 29 Δεκεμβρίου 2004

Μια απρόσμενη και απίστευτη καταστροφή συνέβη μετά το σεισμό των 8.9 Ρίχτερ δυτικά της Σουμάτρας την Κυριακή. Οι δονήσεις καταγράφηκαν ακόμα και στο Λονδίνο, 8.000 χιλιόμετρα από το επίκεντρο του σεισμού, 9,2 χιλιόμετρα κάτω από τον πυθμένα του ωκεανού. Δεν είναι υπερβολή να πούμε ότι από το σεισμό αυτό επηρεάστηκε όλος ο πλανήτης, γιατί όπως ανακοίνωσε ο διευθυντής του Εθνικού Ινστιτούτου Γεωφυσικής της Ιταλίας,  επηρεάστηκε ακόμα και η περιστροφή της Γης.  

Κατά τη διάρκεια του καταστρεπτικού σεισμού εμφανίστηκε απότομα ένα ύψωμα 10 μέτρων και μήκους εκατοντάδων χιλιομέτρων στον πυθμένα του Ινδικού Ωκεανού, τα ξημερώματα της Κυριακής. Αυτό κατά τους επιστήμονες απελευθέρωσε ένα εκατομμύριο φορές περισσότερη ενέργεια από ό,τι η πυρηνική έκρηξη της Χιροσίμα, ενώ δισεκατομμύρια τόνοι νερού μετακινήθηκαν στο σεισμό, προκαλώντας ένα τσουνάμι που σάρωσε εννέα χώρες. Τα κύματα από το τσουνάμι εξαπλώθηκαν κυκλικά στη θάλασσα με ταχύτητα έως και 800 χιλιομέτρων την ώρα.

Ο σεισμός εκδηλώθηκε στην περιοχή όπου η τεκτονική πλάκα του Ινδικού Ωκεανού βυθίζεται κάτω από τη Σουμάτρα, μέρος της ευρασιατικής πλάκας. Και η Ινδονησία, που αποτελείται από ένα σύμπλεγμα 17.000 νησιών, είναι επιρρεπής σους σεισμούς γιατί βρίσκεται στα όρια των λιθοσφαιρικών πλακών.


Οι νεκροί μέχρι το βράδυ της 27ης Δεκεμβρίου 2004

Η ολίσθηση βέβαια των πλακών δεν συμβαίνει απότομα, αλλά εξαιρετικά αργά, περίπου με την ταχύτητα που μεγαλώνουν τα ανθρώπινα νύχια. Οι ειδικοί υπολογίζουν ότι έγινε μετακίνηση των δύο πλακών 12 μέτρων μέσα σε 1,5 λεπτό.

Τα πετρώματα στις άκρες των τεκτονικών πλακών σκαλώνουν μεταξύ τους, συμπιέζονται και συσσωρεύουν ενέργεια στην πάροδο των αιώνων. Όταν η συσσωρευμένη ενέργεια δεν μπορεί πλέον να συγκρατηθεί, οι πλάκες μετακινούνται απότομα προκαλώντας σεισμούς.

Η σύγκρουση των τεκτονικών πλακών είχε σαν αποτέλεσμα να δημιουργηθεί ένα ρήγμα, μήκους ενός περίπου χιλιομέτρου, το οποίο με τη σειρά του προκάλεσε την κάθετη μετακίνηση ενός μεγάλου κομματιού του βυθού. Όπως είναι φυσικό, τα εκατοντάδες κυβικά μέτρα νερού, που βρίσκονταν στο σημείο μετακινήθηκαν και άρχισαν να κατευθύνονται με μεγάλη ταχύτητα προς τη στεριά, δημιουργώντας το φαινόμενο του τσουνάμι. Μέχρι να φτάσει στη στεριά, το κύμα δεν είναι ορατό, ωστόσο όταν φτάνει κοντά στην ακτή, όπου το βάθος είναι μικρότερο, παίρνει ύψος, δεδομένου ότι ο όγκος του νερού παραμένει ο ίδιος. Η συμπιεσμένη ενέργεια που υπάρχει στο κύμα εξαπολύεται πάνω στη στεριά, όπου καταλήγουν οι τόνοι νερού, που αναγκάστηκαν να μετακινηθούν από το σημείο, στο οποίο έγινε η σύγκρουση των πλακών.

Όση ώρα ταξιδεύει στη θάλασσα το τσουνάμι είναι δύσκολο να παρατηρηθεί λόγω του μικρού ύψους του, περίπου ένα μέτρο. Γι αυτό και είναι δύσκολο να τα αντιληφθεί κάποιος που είναι μακριά από την ακτή. Όταν όμως το τσουνάμι φτάσει σε αβαθή νερά κοντά στις ακτές, μετατρέπεται απότομα σε ένα υδάτινο τείχος με πολλαπλάσιο ύψος.

Τα κύματα αυτά καθώς φτάνουν στα ρηχά νερά η ταχύτητα τους μειώνεται και γίνεται 100 χιλιόμετρα την ώρα, ενώ φτάνουν στην ακτή με  μια συχνότητα κάθε 10 με 45 λεπτά. Όταν δε το βάθος της ακτής είναι 15 μέτρα μόνο, η ταχύτητα του είναι 45 χιλιόμετρα την ώρα. Όμως εκατό χιλιόμετρα πιο μακριά υπάρχει άλλο ένα κύμα που πλησιάζει με πολύ μεγαλύτερη ταχύτητα. Και πίσω από αυτό βρίσκεται κι άλλο ένα με μεγαλύτερη ακόμα ταχύτητα. Καθώς λοιπόν τα κύματα του τσουνάμι συμπιέζονται κοντά στην ακτή το μήκος κύματος τους λ γίνεται ολοένα και μικρότερο και η ενέργεια του κύματος τα κατευθύνει προς τα πάνω (κατακόρυφα) προκαλώντας έτσι μια μεγάλη αύξηση του ύψους του.

Και καθώς η ενέργεια των κυμάτων του τσουνάμι πρέπει να βρίσκεται μέσα σε μικρότερο όγκο νερού, τα κύματα γίνονται πάρα πολύ ψηλά. Ακόμα κι αν ένα κύμα ήταν ύψος ένα μέτρο ή και λιγότερο, όταν δημιουργήθηκε στον ανοικτό ωκεανό, όταν θα φτάσει στην ακτή μπορεί να έχει 30-35 μέτρα ύψος. Έτσι τα κύματα αυτά θα σκάσουν στην ακτή σαν ένας τοίχος νερού που έρχεται με τεράστια ταχύτητα και σαρώνει τα πάντα στο πέρασμα του.

Λόγω λοιπόν αυτής της ιδιότητας κύματα δέκα μέτρων σάρωσαν τις ακτές εννέα χωρών και σκότωσαν ήδη 80.000 ανθρώπους. Οι ανθρώπινες απώλειες θα ήταν ίσως λιγότερες αν στον Ινδικό Ωκεανό υπήρχε σύστημα έγκαιρης προειδοποίησης, όπως υπάρχει στον Ειρηνικό. Το τσουνάμι χρειάστηκε δύο ώρες για να φτάσει στη Σρι Λάνκα, και ο πληθυσμός θα είχε ίσως το περιθώριο να απομακρυνθεί από τις ακτές.

Μέσα σε λίγα λεπτά της ώρας το αρχικό τσουνάμι χωρίστηκε σα δύο (ένα προς την ακτή και το άλλο κατευθύνθηκε προς τον ωκεανό). Στην περίπτωση του σεισμού αυτού τα κύματα με μια ταχύτητα 700 km/h έφτασαν μετά από 2,5 ώρες περίπου στην Ινδία ( διασχίζοντας μια απόσταση κάπου 1600 km) και στα παράλια της Ανατολικής Αφρικής.

Μπορούσε να περιοριστεί η τραγωδία;

Πολλές ζωές θα είχαν σωθεί αν οι πληγείσες χώρες συμμετείχαν στο διεθνές σύστημα συναγερμού που προειδοποιεί τις παράκτιες κοινότητες για φονικά παλιρροϊκά κύματα. Ο αριθμός των νεκρών θα φτάσει μάλλον τους 100.000. Ο συντονιστής του ΟΗΕ, Ιαν Εγκελαντ επισημαίνει: Ίσως είναι η χειρότερη φυσική καταστροφή της σύγχρονης ιστορίας.

«Είναι μία πρωτοφανής καταστροφή... Ποτέ στο παρελθόν δεν έχουμε δει κάτι παρόμοιο», δηλώνει η Iβέτ Στίβενς, αξιωματούχος του τμήματος αρωγής του OHE, «ίσως είναι η χειρότερη φυσική καταστροφή της σύγχρονης ιστορίας», υποστηρίζει ο Iαν Eγκελαντ, συντονιστής των Ηνωμένων Εθνών για επείγουσες καταστάσεις: Λίγες μόνο φράσεις περικλείουν την ανείπωτη τραγωδία που εξακολουθεί να βιώνει η νότια Aσία.

Μια τραγωδία που θα μπορούσε, αν όχι να είχε αποφευχθεί, σίγουρα να περιοριστεί, εάν υπήρχαν τα απαραίτητα συστήματα συναγερμού στην περιοχή, εάν οι κυβερνήσεις των πληγέντων κρατών αλλά και η διεθνής κοινότητα κινητοποιούνταν άμεσα, εάν οι προειδοποιήσεις είχαν φτάσει εγκαίρως... Iσως τότε να ήταν αισθητά μικρότερος ο κατάλογος των νεκρών, ένας κατάλογος που αυξανόταν λεπτό προς λεπτό...

Ο αντίκτυπος του τσουνάμι θα είχε περιοριστεί, αμέτρητες ζωές θα είχαν σωθεί, εάν Iνδία και Σρι Λάνκα (δύο από τις χειρότερο πληγείσες χώρες) συμμετείχαν στο διεθνές σύστημα συναγερμού που προειδοποιεί τις παράκτιες κοινότητες για φονικά παλιρροϊκά κύματα, επισημαίνουν εμπειρογνώμονες. Tο σύστημα προειδοποιεί τις χώρες ότι θα πληγούν οι ακτές τους εντός των επομένων τριών έως και 14 ωρών.

Στον Iνδικό ωκεανό όμως δεν υπήρχαν αισθητήρες κυμάτων και περιοχές ολόκληρες αφέθηκαν στο έλεός τους΄ "Είναι επειδή τα τσουνάμι δεν είναι τόσο συχνά στον ινδικό ωκεανό", εξηγεί ο Tσαρλς MακKρίρι, διευθυντής του Kέντρου Προειδοποίησης Tσουνάμι του Eιρηνικού, "ο εξοπλισμός είναι υπερβολικά ακριβός για να τον αγοράσουμε", δηλώνει ο Mπούντι Oυαλούγιο, της Mετεωρολογικής και Γεωφυσικής Υπηρεσίας της Ινδονησίας. Εξηγήσεις που δεν δικαιολογούν όμως, ούτε στο ελάχιστο, την ανθρώπινη τραγωδία...

Τα κύματα του τσουνάμι έκαναν 2,5 ώρες να φθάσουν στην Ινδία. Χρονικά περιθώρια που, εάν οι αρμόδιοι είχαν εκμεταλλευτεί αναλόγως, ίσως θα μπορούσαν να αποβούν σωτήρια για χιλιάδες ανθρώπους. Aμερικανοί σεισμολόγοι του Kέντρου Προειδοποίησης Tσουνάμι του Eιρηνικού, όμως, κατήγγειλαν ότι προέβλεψαν το τσουνάμι αμέσως μόλις κατεγράφη ο σεισμός, δεν είχαν όμως πού να... τηλεφωνήσουν. Oι κυβερνήσεις των χωρών της περιοχής, από την πλευρά τους, υποστηρίζουν ότι δεν εξέδωσαν εγκαίρως προειδοποιήσεις διότι δεν γνώριζαν το μέγεθος της καταστροφής.

Το πρωί της Kυριακής, η μετεωρολογική υπηρεσία της Tαϊλάνδης εξέδωσε προειδοποίηση, ενώ το διαδίκτυο δημοσίευσε ανάλογη προειδοποίηση τρεις ώρες μετά. Ηταν πολύ αργά, 700 άνθρωποι είχαν ήδη σκοτωθεί...

Πρέπει να τονιστεί όμως ότι σε παγκόσμιο επιστημονικό επίπεδο, "η πιθανότητα να εκδηλωθεί μεγάλο τσουνάμι στον Ινδικό Ωκεανό έμοιαζε αδιανόητη" δήλωσε στις 27 Δεκεμβρίου ο διευθυντής του Κέντρου Μελετών Τσουνάμι, στο Πανεπιστήμιο της Νότιας Καλιφόρνιας, καθηγητής Κώστας Συνολάκης.

Παρ' όλα αυτά, λίγες μόλις εβδομάδες προτού συμβεί το αδιανόητο, ο ίδιος είχε επιχειρήσει να πείσει το Κέντρο της Χαβάης να επεκτείνει το δίκτυό του και στον Ινδικό Ωκεανό. Οι έρευνές του για τα τσουνάμι που είχαν χτυπήσει τη Νέα Γουινέα και τη Νικαράγουα τον είχαν πείσει ότι το φαινόμενο μπορούσε να συμβεί ακόμη και από απλές κατολισθήσεις στεριάς στη θάλασσα. Άρα, θεωρητικά, όλες οι παράκτιες περιοχές με χαμηλό υψόμετρο κινδυνεύουν. Πόσο μάλλον τα νησιά της θάλασσας Άνταμαν, που γειτονεύουν με το αλήστου μνήμης ηφαίστειο Κρακατόα και τα δεκάδες άλλα ηφαίστεια της Σουμάτρας, και βρίσκονται πάνω στο σταυροδρόμι της ινδικής, της βιρμανέζικης και της αυστραλιανής πλάκας. Δυστυχώς, τους πρόλαβε όλους ο μεγάλος καταστρεπτικός σεισμός.

Κλυδωνισμός του άξονα περιστροφής της Γης

Η σεισμική δόνηση στην Ασία, η οποία προκάλεσε τον θάνατο σε πάνω από 70.000 ανθρώπους, ήταν τόσο ισχυρός ώστε κλυδώνισε τη Γη περί τον άξονά της και μάλιστα μετέβαλε τον εδαφολογικό χάρτη της Ασίας, μετακινώντας τις νήσους πέριξ της Σουμάτρας, εκτιμούν αμερικανοί γεωφυσικοί.

Ο σεισμός, μεγέθους 9 βαθμών της κλίμακας Ρίχτερ, του οποίου το επίκεντρο εντοπίζεται 250 χλμ νοτιοανατολικά της Σουμάτρας, ενδέχεται να έχει μετακινήσει κατά 20 μ τις μικρότερες νήσους της περιοχής, «μία σημαντικότατη ολίσθηση», σύμφωνα με τον Κεν Χάντνατ, επιστήμονα του Αμερικανικού Γεωλογικού Ινστιτούτου.

Επίσης η βορειοδυτική άκρη του ινδονησιακού τμήματος της Σουμάτρας μπορεί να έχει ολισθήσει κατά 36 μ. προς τα νοτιοδυτικά, πρόσθεσε ο ίδιος.

Επιπλέον, η ενέργεια που εκλύθηκε από τη συνάντηση των δύο τεκτονικών πλακών που προκάλεσαν τον σεισμό, ενδεχομένως προκάλεσαν μία ταλάντωση της Γης περί τον άξονά της. «Μπορούμε να καταγράψουμε πολύ ελαφρές κινήσεις της Γης και πιστεύω πως αυτή ταλαντεύθηκε στη διάμετρό της κατά τη διάρκεια του σεισμού εξαιτίας της μαζικής ποσότητας της εκλυθείσας ενέργειας», πρόσθεσε.

Από την πλευρά του ο Στούαρτ Σίπκιν , ερευνητής στο κέντρο εθνικής πληροφόρησης για τους σεισμούς του ίδιου Ινστιτούτου, εκτιμά πως οι νήσοι ανοικτά της Σουμάτρας έχουν μετατοπισθεί μεν, αλλά αντί για πλευρική ολίσθηση, έχουν μετακινηθεί κάθετα, κάνοντας να αναδυθεί περισσότερη ποσότητα υδάτων.

«Η Ινδική Πλάκα έχει βυθισθεί κάτω από αυτήν της Βιρμανίας, συνεπώς η μετακίνηση των νήσων υπήρξε κάθετη κι όχι οριζόντια», πρόσθεσε.

Αμερικανοί γεωφυσικοί δε εκτιμούν ότι η σεισμική δόνηση που σκότωσε με τεράστια κύματα δεκάδες χιλιάδες ανθρώπους στην Ασία ήταν τόσο ισχυρός ώστε κλυδώνισε τη Γη και άλλαξε το χάρτη της Ασίας. Ο σεισμός φαίνεται να έχει μετακινήσει αρκετά μέτρα πολλά από τα μικρότερα νησιά της περιοχής, αναφέρει επιστήμονας της Αμερικανικής Γεωλογικής Υπηρεσίας. Με βάση τη σεισμική μοντελοποίηση, μερικά από τα μικρότερα νησιά έξω από τη νοτιοδυτική ακτή της Σουμάτρα ίσως έχουν μετακινηθεί νοτιοδυτικά κατά περίπου 20 μέτρα. Ενώ η βορειοδυτική άκρη του ινδονησιακού τμήματος της ίδιας της Σουμάτρας μπορεί να έχει ολισθήσει κατά 36 μ. προς τα νοτιοδυτικά.

Το αμερικανικό Εθνικό Κέντρο Πληροφόρησης για τους Σεισμούς εκτιμά πως οι νήσοι ναι μεν μετατοπίστηκαν, όχι όμως οριζόντια, αλλά κατακόρυφα. Η Ινδική Πλάκα κατά αυτούς έχει βυθισθεί κάτω από αυτήν της Βιρμανίας και συνεπώς η μετακίνηση των νήσων υπήρξε κατακόρυφα κι όχι οριζόντια.

Δεν ήταν έκπληξη ο σεισμός

Από μία άποψη, ο καταστροφικός σεισμός της περασμένης Κυριακής δεν αποτέλεσε έκπληξη. Ύστερα από πολλές δεκαετίες μελέτης των σεισμικών ρηγμάτων, συμπεριλαμβανομένου του ρήγματος μεταξύ των τεκτονικών πλακών στον Ινδικό ωκεανό, οι επιστήμονες είναι σε θέση να καταγράψουν τις περιοχές όπου είναι πιθανό να συμβούν μεγάλοι σεισμοί.

Αυτό που πραγματικά θέλει να μάθει όμως ο κόσμος - πότε και πού ακριβώς θα κτυπήσει ο επόμενος «μεγάλος» σεισμός - δεν είναι δυνατό να απαντηθεί. Παρά τις ανεπτυγμένες θεωρίες τους, παρά τα τεράστια ποσά (άνω του ενός δισεκατομμυρίου δολαρίων) που έχουν δαπανηθεί σε εξοπλισμό για τη μελέτη των ρηγμάτων στην Καλιφόρνια και την Ιαπωνία, οι επιστήμονες δεν μπορούν να προειδοποιήσουν εγκαίρως τους ανθρώπους ότι έρχεται σεισμός.

Το καλύτερο που μπορούν να κάνουν οι σεισμολόγοι, επισημαίνει η Σάντρα Μπλέικσλι στο σημερινό φύλλο των Νιου Γιορκ Τάιμς, είναι να προβλέψουν την πιθανότητα να ξαναγίνει ένας σεισμός σε περιοχές οι οποίες έχουν ήδη πληγεί. Οι πιθανότητες αυτές κυμαίνονται συνήθως σε διάστημα 10 ως 30 ετών. Και οι σχετικές προβλέψεις είναι χρήσιμες για να επιλέγονται οι τοποθεσίες όπου κτίζονται φράγματα, δρόμοι και ενεργειακοί σταθμοί σε σεισμογενείς περιοχές, αλλά δεν μπορούν να βοηθήσουν τους ανθρώπους που μένουν σε τέτοιες περιοχές.

Η επιστήμη της πρόβλεψης των σεισμών έχει μια μακρά, θλιβερή ιστορία, που περιλαμβάνει καλές ιδέες οι οποίες απέτυχαν, απογοητευτικά πειράματα και έναν ανεξάντλητο κατάλογο αντιεπιστημονικών ισχυρισμών.

Τη δεκαετία του '70, δημιουργήθηκαν ελπίδες ότι η λεγόμενη θεωρία του σεισμικού χάσματος θα οδηγούσε σε ακριβείς προβλέψεις. Ζώνες σεισμικών ρηγμάτων χωρίστηκαν σε μικρότερα τμήματα για τα οποία διατυπώθηκε η υπόθεση ότι θα κινούνταν σε τακτά χρονικά διαστήματα. Αλλά στο Ρήγμα Σαν Αντρέας της Καλιφόρνια, η θεωρία αυτή δεν επαληθεύτηκε. "Δεν ξέρουμε γιατί", λέει ο Kerry Sieh, ένας σεισμολόγος από το Ινστιτούτο Τεχνολογίας της Καλιφόρνια που ανέπτυξε αυτή την τεχνική. "Ίσως επειδή υπάρχει μια αλληλεπίδραση πολλών ρηγμάτων".

Συνειδητοποιώντας ότι δεν θα λύσει ποτέ το αίνιγμα της πρόβλεψης στην Καλιφόρνια, ο Sieh έστρεψε πριν από δέκα χρόνια την προσοχή του στα ρήγματα ανοιχτά των ακτών της Σουμάτρας.

Για την έρευνά του χρειαζόταν στοιχεία του παρελθόντος, στοιχεία που διηγούνται την εμφάνιση σεισμών, από τα οποία ελπίζει ότι θα βρει τη συνταγή πρόβλεψης των μελλούμενων να συμβούν. Για να βρει τέτοια στοιχεία, εδώ και μία δεκαετία ερευνά τον βυθό του ωκεανού, στο ρήγμα που εκτείνεται λίγο έξω από τις ακτές της Σουμάτρας, μερικές εκατοντάδες χιλιόμετρα νοτίως του σημείου όπου σημειώθηκε ο σεισμός της Κυριακής. 

Χρονολογώντας, επίσης, στους κοραλλιογενείς υφάλους τα ίχνη νεκρών οργανισμών από μετατοπίσεις του ρήγματος και τσουνάμι, ο Sieh μπόρεσε να διασταυρώσει ότι μεγάλοι σεισμοί γίνονταν σε εκείνα τα μέρη, ανά δύο και σε διαστήματα 230 ετών κατά μέσον όρο.

Το 1797 σημειώθηκε ένας σεισμός μεγέθους 8,2 βαθμών της κλίμακας Ρίχτερ και το 1833 άλλος ένας σεισμός 8,7 βαθμών. Ανάλογα ζευγάρια σημειώθηκαν γύρω στο 1300 και γύρω στο 1500.

"Βρισκόμαστε στην αρχή του επόμενου κύκλου", τονίζει ο αμερικανός σεισμολόγος. "Τα τέσσερα τελευταία χρόνια, έχουν σημειωθεί αρκετές μικρότερες δονήσεις στην περιοχή". Έτσι, ένας νέος πολύ μεγάλος σεισμός στην ίδια περιοχή δεν θα είναι έκπληξη. Αλλά μπορεί να αργήσει για μερικές δεκαετίες.

Οι προβλέψεις των σεισμών στην ξηρά δεν έχουν αποδειχθεί ποτέ αξιόπιστες. Στις 4 Φεβρουαρίου 1975, η κινεζική κυβέρνηση ανακοίνωσε ότι εκκένωσε την πόλη Χαϊσίνγκ με βάση ορισμένες ενδείξεις ότι επρόκειτο να γίνει σεισμός (μεταβολές στη στάθμη της θάλασσας, μια σειρά μικρών δονήσεων, ανησυχία στα άλογα, τα σκυλιά και τα κοτόπουλα). Δύο ημέρες αργότερα σημειώθηκε πράγματι σεισμός μεγέθους 7,3 βαθμών της κλίμακας Ρίχτερ και σώθηκαν δεκάδες χιλιάδες ζωές.

Αργότερα όμως αποδείχθηκε ότι ο ισχυρισμός της κινεζικής κυβέρνησης ήταν βασισμένος στην ιδεολογία, όχι στην επιστήμη. Ο σεισμός δεν είχε προβλεφθεί. Δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι σκοτώθηκαν ή τραυματίστηκαν.

Ένα χρόνο αργότερα, σημειώθηκε δόνηση 7,6 βαθμών στην επαρχία Τανγκσάν χωρίς να υπάρξει καμιά προειδοποίηση. Υπολογίζεται ότι έχασαν τη ζωή τους 250.000 άτομα.

Πολλοί σεισμολόγοι λένε τώρα ότι ένας σεισμός δεν μπορεί ποτέ να προβλεφθεί

Πολλοί σεισμολόγοι λένε τώρα ότι ένας σεισμός δεν μπορεί ποτέ να προβλεφθεί επειδή ο φλοιός της γης είναι ετερογενής. Οποιοσδήποτε μικρός σεισμός μπορεί να εξελιχθεί σε μεγάλο γεγονός. Το κατά πόσον ένας μικρός σεισμός εξελίσσεται σε μεγάλο ή φθίνει σε ένταση εξαρτάται από μυριάδες λεπτομέρειες.

Ο δρ. Τζον Ραντλ, ένας σεισμολόγος από το Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια, λέει ότι οι μεγαλύτερες ελπίδες για βραχυπρόθεσμη πρόγνωση στηρίζονται σε μια στατιστική μέθοδο που εντοπίζει τα επικίνδυνα σημεία. Οι περιοχές υψηλού κινδύνου χωρίζονται σε τετράγωνα που η κάθε πλευρά τους έχει μήκος δέκα χιλιομέτρων. Ειδικά μηχανήματα παρακολουθούν τις περιοχές όπου συμβαίνουν συχνοί μικροί σεισμοί, γύρω στα 3 Ρίχτερ. Όταν η δραστηριότητα αυτή αυξάνεται, ένας μεγάλος σεισμός είναι πιθανότερος εντός των επομένων πέντε ετών.

Η μέθοδος αυτή προέβλεψε την τοποθεσία των 12 από τους 14 μέτριους σεισμούς που σημειώθηκαν την περασμένη πενταετία στην Καλιφόρνια. «Και πάλι όμως», λέει ο δρ. Ραντλ, «η μέθοδος προβλέπει το πού, αλλά όχι ακριβώς το πότε».

Ιστορικά τσουνάμι

Ένα από τα πλέον γνωστά τσουνάμι ήταν αυτό που κατάστρεψε τον Μινωικό Πολιτισμό στην Κρήτη το 1450 π.Χ., έπειτα από την έκρηξη του ηφαιστείου της Θήρας 100 χλμ μακρύτερα.

Τσουνάμι έχουν καταγραφεί και στο πρόσφατο παρελθόν. Το 1960, ένα κύμα που δημιουργήθηκε από μια σειρά σεισμών στη Χιλή, διέσχισε τον Ειρηνικό με ταχύτητα 750 χλμ ανά ώρα και έπληξε την Ιαπωνία, προκαλώντας εκατοντάδες θανάτους.

Δύο μήνες αργότερα σεισμοί στην ίδια περιοχή προκάλεσα τεράστια κύματα που σάρωσαν το Μπαλί στην Ινδονησία και σκότωσαν χιλιάδες ανθρώπους.

Τον Ιούλιο του 1998, δύο σεισμοί των 7 Ρίχτερ δημιούργησαν κύματα δέκα μέτρων που ισοπέδωσαν τις βόρειες ακτές της Παπούα Νέας Γουινέας, καταστρέφοντας επτά χωρία και σκοτώνοντας 2.100 άτομα.

Σήμερα, ένα κέντρο μελέτης και προειδοποίησης για τα τσουνάμι που λειτουργεί στη Χαβάη πιστεεύεται ότι θα μπορούσε να προειδοποιήσει έγκαιρα τους πληθυσμούς για παρόμοια φαινόμενα στην περιοχή του Ειρηνικού.

ΤΑ ΜΜΕ για τον καταστρεπτικό σεισμό

«Κύμα ολέθρου», ήταν ο πρωτοσέλιδος τίτλος της  Daily Telegraph,

«Τα κύματα ήρθαν από το πουθενά», δηλώνει στην εφημερίδα ένας Αυστραλός που έκανε τις διακοπές του στην Ταϊλάνδη, ενώ ένας άλλος που βρισκόταν στην Ινδονησία σημειώνει ότι «δεν υπήρχε η παραμικρή προειδοποίηση». «Ο καιρός ήταν υπέροχος, δεν υπήρχε ούτε ένα σύννεφο και μετά τα κύματα χτύπησαν την πόλη».

«Η παλίρροια του θανάτου» είναι ο πρωτοσέλιδος τίτλος της εφημερίδας Independent η οποία επίσης αφιερώνει πολλές σελίδες στα δραματικά γεγονότα στη νοτιοανατολική Ασία, μία εκ των οποίων φέρει τον τίτλο «Τα κύμματα έφεραν τον θάνατο πιο γρήγορα και από ένα Τζάμπο Τζετ».

Σε άρθρο της ίδιας εφημερίδας σημειώνεται ότι η καταστροφή αποκαλύπτει την πραγματικότητα της «άλλης πλευράς του παραδείσου». Αποκαλύπτει πόσο ευάλωτες είναι αυτές οι φτωχές χώρες, γράφει ο αρθρογράφος υποδεικνύοντας τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι αρχές για να δώσουν τις πρώτες βοήθειες στους ανθρώπους που πλήγηκαν.

«Τείχη νερού έφεραν σε χιλιάδες ανθρώπους το θάνατο» , είναι ο πρωτοσέλιδος τίτλος της εφημερίδας Times, στο κεντρικό άρθρο της οποίας σημειώνεται ότι το κεντρικό ερώτημα μετά την καταστροφή είναι, «τι μπορούμε να κάμνουμε για να μη ξανασυμβεί κάτι τέτοιο». Η απάντηση που δίνουν οι επιστήμονες είναι «πολύ λίγα» γράφει η εφημερίδα. Στην Ιαπωνία πολλές παράκτιες πόλεις έχουν εγκαταστήσει συστήματα προειδοποίησης, τα οποία όμως είναι ακριβά και οι φτωχές χώρες δεν μπορούν να τα προμηθευτούν, γράφει.

«Αγνοήθηκαν οι εκκλήσεις προς τις κυβερνήσεις χωρών του Ινδικού Ωκεανού για την εγκατάσταση προειδοποιητικών συστημάτων, γράφει η εφημερίδα The Guardian στην πρώτη της σελίδα, στην οποία φιλοξενεί σχετικές δηλώσεις του Βρετανού επιστήμονα, Ρόμπερτ Μπράντνοκ.

Η εφημερίδα Financial Times υπογραμμίζει ότι μετά την καταστροφή το ενδιαφέρον εστιάζεται στην έλλειψη προειδοποιητικού συστήματος, στις χώρες της νοτιοανατολικής Ασίας. Η γεωλογική υπηρεσία της Αυστραλίας είχε προειδοποιήσει τον Σεπτέμβριο ότι η έλλειψη αυτή θα μπορούσε ένα φθάσεις σε συμφορά, γράφει η εφημερίδα, υποδεικνύοντας ότι οι χώρες του Ειρηνικού είναι καλύτερα προετοιμασμένες για να υποδεχτούν παρόμοια φαινόμενα.


1. Ρωγμές που δημιουργούνται από υποθαλάσσιους σεισμούς τραβούν αναρροφούν νερό και η στάθμη της θάλασσας πέφτει.

2. Υποθαλάσσιες δονήσεις απλώνονται σε μια έκταση 125-250 km, δημιουργώντας ένα κύμα που μπορεί να ταξιδεύσει με ταχύτητα έως και 500 km/h.

3. Το ωστικό κύμα διογκώνεται καθώς φτάνει στις ακτές

Τσουνάμι είναι ιαπωνική λέξη που σημαίνει το κύμα στο λιμάνι. Δεν είναι όμως ένα απλό παλιρροϊκό κύμα αλλά μια σειρά τεράστιων, γιγαντιαίων κυμάτων που προκαλείται από πολλές αιτίες και έχει πολύ μεγάλο μήκος κύματος λ όπως και περίοδο Τ. Από έναν υποθαλάσσιο σεισμό, από μια ηφαιστειακή έκρηξη, από μια γεωλίσθηση του πυθμένα των ωκεανών, από μια πυρηνική έκρηξη ή δοκιμές, ακόμα και σε μια σύγκρουση μετεωριτών η αστεροειδών με τη Γη.

Όταν λοιπόν, ο υποθαλάσσιος πυθμένας των ωκεανών παίρνει κλίση ή μετατοπίζεται ή ανυψώνεται ή κατακρημνίζεται κατά τη διάρκεια ενός σεισμού, ο φλοιός της Γης παραμορφώνεται στην περιοχή του κέντρου του σεισμού και αρχίζουν να δημιουργούνται μικρά αθώα κύματα σαν μικρές διαταραχές. Λίγο αργότερα αρχίζουν να κινούνται σαν τα κυκλικά κύματα,  ακτινικά προς κάθε κατεύθυνση με ταχύτητα που ξεπερνά κι αυτή του ήχου, ακόμα και 800 km/h.

Για να γίνει όμως τσουνάμι θα πρέπει ο υποθαλάσσιος σεισμός να είναι τουλάχιστον 6,5 Ρίχτερ και σε βάθος μικρότερο των 50 χιλιομέτρων.

Τα κύματα αυτά καθώς φτάνουν στα ρηχά νερά η ταχύτητα τους μειώνεται και φτάνει στα 100 χιλιόμετρα την ώρα και φτάνουν στην ακτή με  μια συχνότητα κάθε 10 με 45 λεπτά. Όταν δε το βάθος της ακτής είναι 15 μέτρα μόνο, η ταχύτητα του είναι 45 χιλιόμετρα την ώρα. Όμως εκατό χιλιόμετρα πιο μακριά υπάρχει άλλο ένα κύμα που πλησιάζει με πολύ μεγαλύτερη ταχύτητα. Και πίσω από αυτό βρίσκεται κι άλλο με μεγαλύτερη ακόμα ταχύτητα. Καθώς λοιπόν τα κύματα του τσουνάμι συμπιέζονται κοντά στην ακτή το μήκος κύματος τους λ γίνεται ολοένα και μικρότερο και η ενέργεια του κύματος κατευθύνεται προς τα πάνω (κατακόρυφα) προκαλώντας έτσι μια μεγάλη αύξηση του ύψους του.

Και καθώς η ενέργεια των κυμάτων του τσουνάμι πρέπει να βρίσκεται μέσα σε μικρότερο όγκο νερού, τα κύματα γίνονται πάρα πολύ ψηλά. Ακόμα κι αν ένα κύμα ήταν ένα μέτρο ή λιγότερο όταν δημιουργήθηκε στον ανοικτό ωκεανό, όταν θα φτάσει στην ακτή μπορεί να έχει 30-35 μέτρα ύψος. Έτσι τα κύματα αυτά θα σκάσουν στην ακτή σαν ένας τοίχος νερού που έρχεται με τεράστια ταχύτητα και σαρώνει τα πάντα στο πέρασμα του.

Συνήθως, ένα τσουνάμι μπορεί να έχει μήκος κύματος 100 έως 200 km (η απόσταση δύο διαδοχικών κορυφών του), ενώ το ύψος του κύματος που προχωράει στον ωκεανό μόλις μισό μέτρο, φαίνεται δηλαδή στην αρχή σαν ένα αθώο κύμα.  Όμως, γιγαντώνεται πολύ γρήγορα. Όταν λοιπόν το κύμα φθάνει στην ακτή, το ύψος του μπορεί να φτάσει και τα 40 μέτρα πάνω από την κανονική στάθμη της θάλασσας.

Λόγω λοιπόν του μικρού ύψους του κύματος τα πλοία που βρίσκονται μακριά απ' τις ακτές όχι μόνο δεν κινδυνεύουν αλλ' ούτε καν αντιλαμβάνονται την ύπαρξη αυτών των κυμάτων.

Ενώ λοιπόν στον ωκεανό δεν διακρίνεται στις ακτές εμφανίζεται σαν ένα τεράστιο κύμα. Από το γεγονός αυτό πήρε και το όνομα tsunami. (τσου σημαίνει λιμάνι και νάμι σημαίνει κύμα στα Ιαπωνικά. Δηλαδή το κύμα του λιμανιού). Το όνομα υιοθετήθηκε το 1963 από διεθνές επιστημονικό συνέδριο προς τιμήν των Ιαπώνων που υποφέρουν αρκετά απ' το φαινόμενο.

Στο παρελθόν υπήρχαν πολλές παρανοήσεις για τα κύματα αυτά.  Πίστευαν ότι είναι απλά παλιρροϊκά, που οφείλονται στην ανομοιόμορφη βαρυτική έλξη του ήλιου και της Σελήνης πάνω στη Γη. Τα τσουνάμι όμως δεν έχουν καμιά σχέση μ' αυτά.

Δεν έχουν σχέση και με τα κύματα που δημιουργούν οι άνεμοι στην επιφάνεια των θαλασσών. Ως γνωστόν αυτά έχουν μήκος κύματος περίπου 150 μέτρα και περίοδο περίπου 10 δευτερόλεπτα, σε αντίθεση με τα τσουνάμι που έχουν περίοδο τής τάξεως της μιας ώρας.

Τα τσουνάμι μπορούν να θεωρηθούν κύματα ρηχών νερών. Γιατί ο λόγος τού βάθους του νερού προς το μήκος κύματος είναι πολύ μικρό (3/2.000.000 και 6/1.000.000).

Σε κάθε διαδοχική κυματική ταλάντωση, η πραγματική κίνηση του νερού στην επιφάνεια ακολουθεί κατακόρυφη τροχιά με διάμετρο ίση με το ύψος του κύματος, διαγράφοντας πλήρη κύκλο κατά τη διάρκεια μιας περιόδου του κύματος.

Επίσης, δεν είναι σεισμικά κύματα, γιατί τα  τσουνάμι μπορούν να προκληθούν και από άλλες αιτίες όπως είδαμε πιο πάνω.

Πίνακας με τα ισχυρότερα χτυπήματα του Εγκέλαδου στην ιστορία

Ο πιο φονικός σεισμός του 20ου αιώνα, μεγέθους 7.5 Ρίχτερ, είχε χτυπήσει την πόλη Τάνγκσαν στη βόρεια Κίνα και οι νεκροί είχαν φτάσει τους 255.000. Ακολουθεί μια λίστα των φονικότερων σεισμών στην ιστορία:

Ημερομηνία

Περιοχή

Νεκροί

Ρίχτερ

23/1/1556

Κίνα, Σανσί

830.000

~8

27/7/1976

Κίνα, Τάνγκσαν

255.000

7,5

9/8/1138

Συρία, Αλέπο

230.000

-

22/5/1927

Κίνα, Ζινίνγκ

200.000

7,9

22/12/856

Ιράν, Νατμγκάν

200.000

-

16/12/1920

Κίνα, Γκανσού

200.000

8,6

23/3/893

Ιράν, Αρνταμπίλ

150.000

-

1/9/1923

Ιαπωνία, Κουάντο

143.000

-

5/10/1948

Τουρκμενιστάν

110.000

7,3

18/12/1908

Ιταλία, Μεσσίνα

70.000-100.000

7,2

9/1290

Κίνα, Τσιχλί

100.000

-

11/1667

Αζερμπαϊτζάν, Σεμάκχα

80.000

-

18/11/1727

Ιράν, Ταμπρίζ

77.000

-

1/11/1755

Πορτογαλία, Λισσαβόνα

70.000

8,7

25/12/1932

Κίνα, Γκανσού

70.000

7,6

31/5/1970

Περού

66.000

7,9

1268

Μικρά Ασία, Σιλισία

60.000

-

11/1/1693

Ιταλία, Σικελία

60.000

 

30/5/1935

Πακιστάν, Κουέτα

30.000-60.000

7,5

4/2/1783

Ιταλία, Καλάμπρια

50.000

-

20/6/1990

Ιράν, Γκιλάν

50.000

7,7

26/12/2003

Ιράν, Μπαμ

31.000

6,6

Πηγές: ΕΡΤ, AFP, BBC, Ελευθεροτυπία, in.gr, Ημερησία

Δείτε και τα σχετικά άρθρα
Τα καταστρεπτικά τσουνάμι
Home